Μοναρχιανισμός

Μοναρχιανισμός
ο
εκκλ. αιρετική διδασκαλία η οποία διαμορφώθηκε από το τέλος τού 2ου αιώνα στην προσπάθεια αναιρέσεως τών αιρετικών θέσεων τού Γνωστικισμού και συμβιβασμού τήν τριαδικότητας τού θεού με τη μοναρχία τής θεότητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. monarchianism (< μοναρχία + -ισμός*). Η λ. μαρτυρείται από το 1874 στον Ιγν. Μοσχάκη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • αδοπτιανισμός — Η χριστιανική αίρεση του υιοθετισμού, που εμφανίστηκε τον 8o αι. και καταδικάστηκε από τη σύνοδο της Φρανκφούρτης (794). Οι αδοπτιανιστές απέρριπταν τελείως τη θεϊκή υπόσταση του Ιησού. Η αίρεση καταπολεμήθηκε με φανατισμό από την εκκλησία. * * * …   Dictionary of Greek

  • σαβελλιανισμός — ο, Ν θρησκειολ. αιρετική διδασκαλία τού Σαβελλίου, αιρετικού από την Πεντάπολη τής Λιβύης που έζησε κατά τον 3ο μ. Χ. αιώνα, κατά την οποία τα τρία πρόσωπα τής Αγίας Τριάδας είναι απλά ονόματα, δεν έχουν αναφορά στην ουσία τού Θεού, ότι, δηλαδή,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”